Σαν καθηγητής γερμανικών δεν θα μπορούσα ίσως να συνεισφέρω σε μια παρόμοια συζήτηση με καλύτερο τρόπο από το να μιλήσω για την ξενόγλωσση εκπαίδευση στην χώρα μας. Στην Ελλάδα θεωρείται η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας τα τελευταία 40-50 χρόνια τουλάχιστον σημαντική υπόθεση. Οι λόγοι που κάνουν την εκμάθηση της ξένης γλώσσας σημαντική υπόθεση είναι προφανείς: η χώρα μας είναι μικρή σε έκταση και οικονομικά αδύναμη, συναλλάσσεται με οικονομικά ισχυρότερες χώρες, οι σπουδές στα ξένα πανεπιστήμια λόγω υψηλού επιπέδου είναι ελκυστικές κλπ.
Ειδικά για τα γερμανικά θα ήθελα να αναφέρω τα εξής στοιχεία:
Περίπου 137 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο μιλούν γερμανικά. Από αυτούς 97 εκ. σαν μητρική ή δεύτερη γλώσσα και 40 εκ. σαν ξένη γλώσσα. Αυτή τη στιγμή μαθαίνουν γερμανικά 17 εκ. άνθρωποι σε όλο τον κόσμο. Τα στοιχεία αυτά είναι από την εθνική στατιστική υπηρεσία της Γερμανίας. Σε όλα αυτά τα νούμερα πρέπει να προσθέσει κανείς και το γεγονός ότι η Γερμανία είναι ο σημαντικότερος εταίρος της χώρας μας στον εμπορικό και τουριστικό τομέα.
Τα στοιχεία που μόλις ανέφερα είναι πιστεύω αρκετά και σημαντικά για να αποφασίσει κανείς να μάθει αυτή την γλώσσα.
Είναι όμως ο επαγγελματικός προσανατολισμός, ο επαγγελματικός μελλοντικός στόχος ο μοναδικός και πιο σημαντικός δρόμος για να προσεγγίσει κάποιος μια ξένη γλώσσα; Ο στόχος της απόκτησης του ενός ή άλλου πτυχίου, το οποίο θα χρειασθώ σίγουρα κάποια στιγμή στην επαγγελματική μου διαδρομή, με βοηθά ή με δυσκολεύει στην εκμάθηση της ξένης γλώσσας; Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα κατά την γνώμη μου άξιο αναφοράς στοιχείο. Για 11 χρόνια από τον Φεβρουάριο του 1989 μέχρι και το Δεκέμβρη του 1999 εργάσθηκα στο Goethe Institut Patras αφ΄ ενός σαν καθηγητής, αφ΄ ετέρου σαν εξεταστής και διορθωτής στις παγκόσμια αναγνωρισμένες εξετάσεις του Goethe Institut. Από στοιχεία του Goethe Institut της Γερμανίας είμαι σε θέση να σας πω ότι η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση παγκόσμια σε υποψήφιους εξεταζόμενους στις εξετάσεις που διενεργεί το Goethe Institut σε όλο τον κόσμο. Αυτό είναι ένα γεγονός που δεν έχει μόνο θετικές πλευρές. Αν αρχίσω να μάθω μια ξένη γλώσσα επειδή θα την χρειασθώ αργότερα επαγγελματικά και πρέπει να αποκτήσω τα διάφορα πτυχία τότε πιστεύω ότι εύκολα οδηγούμε και σε μία μέθοδο εκμάθησης, η οποία είναι πολυσυζητημένη στην χώρα μας, δηλαδή στην μέθοδο της παπαγαλίας. Και επειδή όπως είναι γνωστό η παπαγαλία απαιτεί πολύωρη, κοπιαστική, ξερή δίχως ενδιαφέρον μελέτη, τότε δυσκολεύω σε μεγάλο βαθμό την εκμάθηση της ξένης γλώσσας.
Θα ήθελα να διευκρινίσω, ότι άλλο πράγμα η επιλογή της ξένης γλώσσας και άλλο πράγμα ο τρόπος που θα την προσεγγίσω, ο τρόπος που θα επιλέξω να την μάθω, η μέθοδος που θα την διδαχθώ. Με λίγη προσπάθεια από την πλευρά του μαθητή, ιδιαίτερα στην νοοτροπία, και εδώ δεν εννοώ μόνο τον ανήλικο μαθητή αλλά και τον ενήλικο, και πολύ προσπάθεια από τον καθηγητή, και στην νοοτροπία αλλά και στην προετοιμασία, μπορεί η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας να μετατραπεί από μια υποχρέωση σε ένα ταξίδι εξερεύνησης. Γιατί, τι καλύτερο μπορεί να μου προσφέρει μια ξένη γλώσσα από το να κατανοήσω γιατί κάποιοι άλλοι άνθρωποι κάνουν πολλά ίδια πράγματα με εμένα αλλά με ένα διαφορετικό τρόπο. Τι καλύτερο μπορεί να μου προσφέρει μια ξένη γλώσσα από το να γνωρίσω το ξένο και να αποδεχθώ βαθιά μέσα μου το διαφορετικό. Προσέξτε δεν λεω να το μιμηθώ, να το οικειοποιηθώ, αλλά να αποδεχθώ ότι υπάρχει και αν, λεω αν ανακαλύψω ότι κάτι μου αρέσει τότε ναι να το πάρω και να το τηρήσω. Αν π.χ. μαθαίνοντας γερμανικά ανακαλύψω ότι οι γερμανοί είναι συνεπείς και διακρίνω θετικά στοιχεία σε αυτή την ιδιότητα, τότε γιατί να μην προσπαθήσω να γίνω και εγώ συνεπής. Αν πάλι οι προσωπικές τους ή οικογενειακές τους σχέσεις είναι για μένα ψυχρές τότε όχι μόνο θα το απορρίψω αλλά και θα ενισχύσω μέσα μου, τη δική μου την θέση και θα αισθανθώ πιο σίγουρος για αυτή την ιδιότητα μου.
Όμως για να μπορέσω σαν μαθητής να διακρίνω, να συγκρίνω, να αποδέχομαι ή να απορρίπτω τέτοιες ιδιότητες, πρέπει πρώτα απ΄ όλα να μην έχω ένα και μοναδικό στόχο, δηλαδή στα πόσα χρόνια θα πάρω το χαρτί, αλλά με ποιο τρόπο θα καταφέρω να μάθω αυτή την γλώσσα ευχάριστα, χωρίς οπωσδήποτε να χρονοτριβώ. Ευχάριστος τρόπος δεν σημαίνει καθυστέρηση, σημαίνει όμως συμμετοχή. Τι εννοώ συμμετοχή; Η διαδικασία της μάθησης έτσι όπως μας είναι τουλάχιστον γνωστή αποτελείται από δύο βασικές συνισταμένες. Την παρουσία μου σαν μαθητή στην αίθουσα διδασκαλίας και στην μελέτη στο σπίτι. Η μελέτη στο σπίτι είναι συνήθως μια βαρετή διαδικασία μιας και τις περισσότερες φορές αποτελείται από ασκήσεις που πρέπει να λύσω ή από λεξιλόγιο που πρέπει να μελετήσω. Η παρουσία μου όμως στην αίθουσα διδασκαλίας, στη τάξη, μπορεί να γίνει ενδιαφέρουσα και δημιουργική αρκεί να το θελήσω σαν μαθητής και αρκεί να μην έχω ένα καθηγητή ο οποίος έχει ανάγκη να βγάζει λόγους. Επίσης χρειάζομαι ένα καθηγητή ο οποίος έχει τη γνώση και τη διάθεση να μου αναθέσει ρόλους να μου αναθέσει αποστολές, τις οποίες φέρνω εις πέρας. Αν συμβούν αυτά στην διάρκεια του μαθήματος τότε και η παρουσία μου στην αίθουσα είναι ευχάριστη και η μελέτη στο σπίτι μειώνεται χρονικά. Στο σημείο αυτό εμφανίζεται βέβαια η ανησυχία του γονιού. Πως γίνεται το παιδί να διαβάζει λίγο και να πηγαίνει καλά. Νομίζω πως το μυστικό μόλις το αποκάλυψα.
Αν από την πλευρά του μαθητή ζητά κάποιος πάνω-κάτω τα μόλις λεχθέντα, πρέπει από την πλευρά του καθηγητή να απαιτεί πολύ περισσότερα. Πρώτη απαίτηση είναι η ενημέρωση του καθηγητή για τις εξελίξεις στον χώρο του: η παρακολούθηση σεμιναρίων, συνεδρίων, η ανάγνωση ειδικών περιοδικών κλπ. Δεύτερη απαίτηση είναι η εκμάθηση της νέας μεθόδου που θα χρησιμοποιήσει, του νέου υλικού (βιβλίο, κασέτα μαγνητοφώνου, βιντεοκασέτα, CD-Rom, Internet), ή του νέου μέσου(Projektor, Video, Computer), διότι η περίοδος του μαυροπίνακα πέρασε ανεπιστρεπτί. Και τέλος τρίτη απαίτηση και πιο σοβαρή είναι καθημερινή προσπάθεια που πρέπει να καταβάλει ο καθηγητής ώστε να μετατρέπει την θεωρεία σε πράξη και μάλιστα με επιτυχία. Και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Διότι αν δεν θέλω να με παρακολουθούν οι μαθητές μου επειδή με φοβούνται, τότε πρέπει να είναι το μάθημά μου ενδιαφέρον. Η τάση που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στο τομέα της διδακτικής, είναι να σταματήσει να είναι ο καθηγητής το κεντρικό πρόσωπο στην υπερυψωμένη έδρα. Το κέντρο του ενδιαφέροντος είναι πλέον ο μαθητής. Αυτός καλείται να συλλέγει, να ομαδοποιεί και να συγκρίνει το προς εκμάθηση νέο υλικό, αυτός είναι ο πρωταγωνιστής. Για να μπορέσει όμως να συμβεί αυτό πρέπει να έχει γίνει η κατάλληλη προετοιμασία από την πλευρά του καθηγητή. Με απλά λόγια θα μπορούσα να πω, ότι ο ρόλος του καθηγητή μοιάζει πλέον πολύ με αυτόν του σκηνοθέτη και βασικός στόχος πρέπει να είναι η αυτάρκεια του μαθητή στη διαδικασία της εκμάθησης.
Ένας άλλος σημαντικός κατά την γνώμη μου παράγοντας, είναι ο χώρος στον οποίο λαμβάνει χώρα η διαδικασία της εκμάθησης να είναι όμορφος και προσεγμένος. Όμορφος εννοώ από την πλευρά της αισθητικής, που ας μην την υποτιμούμε μας προδιαθέτει ευχάριστα. Προσεγμένος όμως εννοώ από την εκπαιδευτική πλευρά. Διότι σύμφωνα με τα όσα είπα πιο πριν, δεν απευθύνομαι πλέον σαν μαθητής σε ένα πρόσωπο δηλαδή στον καθηγητή αλλά σε όλους όσους βρίσκονται στην αίθουσα. Πρέπει να μπορώ να τους βλέπω όλους και να συνδιαλέγομαι με όλους. Είναι πιο σημαντικό να μπορώ με ευχέρεια να συνεργάζομαι με το διπλανό μου ή με τους διπλανούς μου σαν ομάδα από να κοιτάζω στον πίνακα, διότι η ουσία του μαθήματος δεν είναι πλέον τα όσα γράφονται στον πίνακα αλλά αυτά που παράγονται από εμένα και τους συμμαθητές μου στην διάρκεια του μαθήματος. Και τα αποτελέσματα αυτής της εργασίας πρέπει να έχω τη δυνατότητα να τα βλέπω για αρκετές ημέρες ή εβδομάδες. Εύκολη υπόθεση, αρκεί να έχει προβλεφθεί ο κατάλληλος χώρος στην αίθουσα ώστε να αναρτηθούν.
Αν λοιπόν αγαπητοί μαθητές, κυρίες και κύριοι όλες οι προϋποθέσεις που μόλις ανέφερα συνυπάρξουν, τότε μπορώ να απαντήσω εύκολα στην ερώτηση που μου γίνεται συχνά από μαθητές και γονείς. Όχι τα γερμανικά δεν είναι δύσκολη γλώσσα, είναι μία πλούσια και ενδιαφέρουσα γλώσσα, αρκεί να την προσεγγίσω σωστά και χωρίς προκαταλήψεις.